Έθιμα της Μεγάλης Εβδομάδας
Παραγωγή Γραπτού Λόγου
Ασκήσεις
Άσκηση σελ. 29
Τα βασικά γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδας
Σάββατο του Λαζάρου | Η Ανάσταση του Λαζάρου είναι το τρίτο θαύμα Ανάστασης που είχε κάνει ο Χριστός. |
Κυριακή των Βαΐων | Ημέρα αφιερωμένη στην είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς εισήλθε στην Ιερά πόλη πάνω σε γαϊδουράκι και ο λαός Τον υποδέχτηκε στρώνοντας βάγια. Από τα Βάια πήρε το όνομά της η μέρα αυτή. |
Μεγάλη Δευτέρα | Ξεκινάει η εβδομάδα των Παθών. Η εκκλησία έχει αφιερώσει την ημέρα αυτή στην μνήμη του Ιωσήφ του Πάγκαλου. |
Μεγάλη Τρίτη | Γινόμαστε κοινωνοί δύο παραβολών. Της παραβολής των Μωρών Παρθένων και της παραβολής των Ταλάντων. Στον εσπερινό της Μ. Τρίτης ακούγεται το Τροπάριο της Κασσιανής. |
Μεγάλη Τετάρτη | Ο Ιησούς βρίσκεται στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού. Ο Ιούδας πήγε να συναντήσει τους Αρχιερείς. Το απόγευμα γίνεται στις εκκλησίες το Μυστήριο του Μεγάλου Ευχελαίου. |
Μεγάλη Πέμπτη | Γίνεται ο Μυστικός Δείπνος. Μετά ο Ιησούς και οι μαθητές του μεταβαίνουν στο Όρος των Ελαιών. Εκεί ο Χριστός προσεύχεται στον Πατέρα του και συλλαμβάνεται από τους Ρωμαίους. Στον εσπερινό διαβάζονται τα 12 Ευαγγέλια που περιγράφουν τα Άγια Πάθη. Μετά το 5ο Ευαγγέλιο, βγαίνει ο Εσταυρωμένος. |
Μεγάλη Παρασκευή | Η κορύφωση του Θείου Δράματος. Η Σταύρωση και η Αποκαθήλωση. Το βράδυ γίνεται η περιφορά του Επιταφίου. |
Μεγάλο Σάββατο | Η ημέρα είναι αφιερωμένη στην κάθοδο Του Ιησού στον Άδη. Το πρωί τελείται η Θεία Λειτουργία της Πρώτης Ανάστασης. Στα Ιεροσόλυμα γίνεται η τέλεση της Αφής του Αγίου Φωτός. Στις 12 τα μεσάνυχτα ο ιερέας ψάλλει το « Δεύτε λάβετε φως …». στον περίβολο των εκκλησιών γίνεται η ανάγνωση του Ευαγγελίου της Αναστάσεως και ψάλλεται το «Χριστός Ανέστη …». |
Κυριακή του Πάσχα | Γιορτάζουμε την Ανάσταση του Ιησού Χριστού. |
Άσκηση σελ. 31
Τα έθιμα για το Πάσχα στην περιοχή μας
¨ Τ’ Αντέτια μας ¨
Δημήτρης Α. Πανταζόπουλος
Κυριακή των Βαΐων
Η Κυριακή των Βαΐων θεωρούνταν ως μία από τις μεγάλες γιορτές της Ορθοδοξίας στο Ρουμλούκι, γι’ αυτό και όλοι εκκλησιαζόταν απαραιτήτως. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, ο ιερέας πρόσφερε στους εκκλησιαζόμενους από έναν κλώνο με βάγιας, τον οποίο τοποθετούσαν στο εικονοστάσι του σπιτιού τους, όπου παρέμενε μέχρι την επόμενη χρονιά. Εξέταζαν όμως προσεκτικά αυτούς τους κλώνους της βάγιας αν είχαν πολλά άνθη, πιστεύοντας πως τότε θα έχουν και πολλά κλωσσόπουλα.
Το μεσημέρι, τηρώντας την επιβεβλημένη νηστεία της Σαρακοστής, είχαν στο τραπέζι αποκλειστικά ψάρια, συνήθως στον φούρνο ταβά με πράσινα κρεμμυδάκια και τα άφθονα στο βάλτο γριβάδια.
Μεγάλη Τετάρτη
Την ΄΄ Κόκκινη Τετάρτη όπως την ονόμαζαν, έβαφαν τρία αυγά, ΄΄ τα αυγά της Παναγίας ΄΄, τα οποία τοποθετούσαν στο εικονοστάσι, όπου έμεναν όλο το χρόνο μέχρι την επόμενη Μεγάλη Τετάρτη. Τότε, δεν τα πετούσαν, αλλά τα έθαβαν στο έδαφος.
Το απόγευμα, όλες οι γυναίκες επισκέπτονταν την εκκλησία για να παρακολουθήσουν την τέλεση του Μεγάλου Ευχελαίου. Με το λάδι του Ευχελαίου, που έφερναν σε βαμβάκι στο σπίτι τους η κάθε μία τους, έκαναν το σημείο του σταυρού σε όλα τα μέλη της οικογένειας για να έχουν υγεία,, κυρίως δε στους ασθενείς, στα σημεία του σώματός τους όπου πονούσαν, για να γιατρευτούν.
Μεγάλη Πέμπτη
Αρκετοί εκκλησιάζονταν προκειμένου να μεταλάβουν. Μόλις τελείωνε η εκκλησία, τότε οι νοικοκυρές ζύμωναν σαρακοστιανές πίττες και η γέμισή τους ήταν από ψιλοκομμένα ήμερα τσουκνίδια. Κατασκεύαζαν επίσης και τη σουσαμόπιτα η οποία δεν είχε λάδι και ήταν πιο χοντρή, με 9 φύλλα ζυμάρι και ανάμεσα σε κάθε φύλλο γέμιση από ζάχαρη και σουσάμι, την οποία έτρωγαν το μεσημέρι της Μεγάλης Παρασκευής.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, δεν έπλεναν ασπρόρουχα, ούτε και τα άπλωναν για στέγνωμα, διότι πενθεί η Παναγιά και αν το έκαναν, υπήρχε η πιθανότητα να ρίξει χαλάζι και να καταστραφούν οι παραγωγές.
Το βράδυ, δεν δειπνούσαν στον σοφρά, αλλά καθόταν σταυροπόδι γύρω από τη στρωμένη στο δάπεδο μεσάλα. Επάνω στη μεσάλα ( είδος τραπεζομάντιλου ), υπήρχαν τρία πιάτα, που είχαν το καθένα κρασί, λίγη ζάχαρη και τόσες φέτες ψωμιού, όσα και τα μέλη της οικογένειας. Ο καθένας βουτούσε την φέτα του στο κρασί και έτρωγε μόνο αυτή για φαγητό.
Αργά το απόγευμα, όλοι εκκλησιάζονταν. Όταν έβγαζε ο ιερέας τον Εσταυρωμένο, οι γυναίκες έκαναν μετάνοιες και έριχναν στο δάπεδο μαντίλες ή κάποιο ρούχο τους, για να ευλογηθεί από την Χάρη. Μετά το τέλος της ακολουθίας, όσες γυναίκες επιθυμούσαν παρέμεναν στην εκκλησία για να κάνουν συντροφιά στον Εσταυρωμένο, να τον ξενυχτήσουν όπως έλεγαν. Καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, οι γυναίκες θρηνούσαν τον Εσταυρωμένο. Σε τακτά διαστήματα θυμιάτιζαν τον Εσταυρωμένο και μοιράζονταν μεταξύ τους λουκούμι, παξιμάδι, σταφίδες ή ξερούς καρπούς για παρηγοριά.
Ξημερώνοντας η Μεγάλη Παρασκευή, οι ελεύθερες κοπέλες στόλιζαν τον Επιτάφιο με λουλούδια που οι ίδιες συνέλεγαν από την προηγούμενη από τα σπίτια του χωριού. Πάντα υπήρχε ανταγωνισμό για το πιο χωριό θα είχε τον καλύτερο Επιτάφιο.
Μεγάλη Παρασκευή
Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, εκκλησιάζονταν όλοι. Το άνθος που τους πρόσφερε ο ιερέας από τον Επιτάφιο, το τοποθετούσαν στο εικονοστάσι. Συνήθιζαν να επισκέπτονται τρεις Επιταφίους σε διαφορετικά χωριά για να προσκυνήσουν και να έχουν έτσι ευλογία. Τα μωρά, τα παιδάκια και τους ασθενείς, τους περνούσαν τρεις φορές σταυρωτά κάτω από τον Επιτάφιο για να είναι ευλογημένα, να έχουν υγεία και οι ασθενείς να γίνουν καλά. Όλη την ημέρα νήστευαν αυστηρά, ακόμη και από λάδι. Έτρωγαν μόνο σουσαμόπιτα, όπως επίσης και μπουρανιά, ένα είδος γιαχνί από τσουκνίδια και λίγο ρύζι. Μετά την αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου, δεν έκαναν καμία εργασία, δεν λούζονταν, δεν σκούπιζαν το σπίτι και κυρίως δεν χρησιμοποιούσαν ψαλίδι, ούτε κάρφωναν καρφιά ή χτυπούσαν σφυρί. Την ίδια μέρα επισκεπτόταν και το νεκροταφείο. Άναβαν το κερί τους στους τάφους των συγγενών και των φίλων, όπως επίσης και τα καντήλια και καθάριζαν τα μνήματα.
Ο νουνός έπρεπε να προσφέρει το δώρο του στο βαπτισήμι του μαζί με τη λαμπάδα που θα χρησιμοποιούσε το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου στην Δεύτερη Ανάσταση. Το δώρο του νουνού ήταν συνήθως κάποιο ρούχο, ενώ μόλις γινόταν 3 χρονών, τότε αυτός το έντυνε, του δώριζε δηλαδή ολόκληρη φορεσιά. Τις επόμενες χρονιές, του πρόσφερε μόνο τη λαμπάδα του και το φιλοδωρούσε μέχρι να παντρευτεί.
Το βράδυ όλοι παρακολουθούσαν την περιφορά του Επιταφίου, κρατώντας ο καθένας στο χέρι του αναμμένα κεριά και παλιότερα φανάρια. Τον Επιτάφιο μετέφεραν στους ώμους τους ελεύθερα παλικάρια. Θεωρούσαν καλό να περάσει η πομπή μπροστά από όλα τα σπίτια. Κατόπιν όλοι θα περνούσαν κάτω από τον Επιτάφιο στην είσοδο του ναού, τον άγγιζαν με το δεξί τους χέρι για να έχουν ευλογία και έπαιρναν από τον ιερέα ένα λουλούδι, που το τοποθετούσαν και αυτό στο εικονοστάσι, όπου θα έμενε όλο το χρόνο.
Μεγάλο Σάββατο
Από το πρωί οι άντρες του σπιτιού έσφαζαν το αρνί και οι γυναίκες καταγίνονταν με τις τελευταίες προετοιμασίες για το Πάσχα. Το απόγευμα, οι άντρες συνεπικουρούμενοι από τους ηλικιωμένους, ετοίμαζαν τον φούρνο για το ψήσιμο του αρνιού, στους οποίους τοποθετούσαν τα ταψιά με τα αρνιά, έχτιζαν τις εισόδους τους και άφηναν τα αρνιά να σιγοψήνονται μέχρι το πρωί της επομένης. Για το λόγο αυτό, το αρνί που έτρωγαν το Πάσχα, το ονόμαζαν ‘’ κλειστό ‘’. Ένας άντρας έκαιγε το φούρνο, ενώ ένας άλλος έφτιαχνε τη λάσπη. Όταν ο φούρνος ήταν έτοιμος, τοποθετούσαν τα αρνιά μέσα σε βαθιά ταψιά μαζί με ρύζι, στο οποίο συνήθιζαν μόνο την ημέρα αυτή να βάζουν σταφίδες. Μόλις φούρνιζαν τα ταψιά, έχτιζαν αμέσως την είσοδο με τούβλα, για να μη χαθεί η πύρα.
Το βράδυ όλοι επισκέπτονταν την εκκλησία, ακόμη κι αυτοί που πενθούσαν. Στο σπίτι έμενε μόνο μία γυναίκα για να ετοιμάσει το τραπέζι με τη μαγειρίτσα. Πριν ο ιερέας βγει στην Ωραία Πύλη για να ψάλλει το δεύτε λάβετε φως, έσβηναν όλα τα φώτα και οι ανύπαντροι νέοι έσπευδαν να πάρουν το φως. Κατόπιν, όλοι έβγαιναν έξω από τον ναό και όταν ο ιερέας έλεγε το Χριστός Ανέστη, τότε οι νέοι έριχναν στον αέρα τουφεκιές με τα όπλα. Οι πιο ηλικιωμένοι κάθονταν στην εκκλησία μέχρι το τέλος της Θείας Λειτουργίας. Οι υπόλοιποι αφού ασπάζονταν το Ευαγγέλιο και την εικόνα της Αναστάσεως, επέστρεφαν στο σπίτι τους, φέρνοντας μαζί τους και το Αναστάσιμο Φως. Εκεί κάποιος σχημάτιζε στην πόρτα με τον καπνό από τη λαμπάδα του το σημείο του σταυρού, σταυρώνοντάς την τρείς φορές και παρέδιδε το φως στην νοικοκυρά για να ανάψει το εικονοστάσι. Έπειτα, όλοι κάθονταν γύρω από το σοφρά για να σερβιριστεί η μαγειρίτσα και έτρωγαν σε πολύ εύθυμη ατμόσφαιρα, ανταλλάσοντας μεταξύ τους ευχές για υγεία, πρόοδο στο σχολείο, καλή τύχη και ευτυχία και τσούγκριζαν τα αυγά τους.
Κυριακή του Πάσχα
Την Κυριακή του Πάσχα, οι νοικοκυρές σηκώνονταν αρκετά νωρίς το πρωί, για να ετοιμάσουν τις Πασχαλιές που θα πρόσφεραν τα παιδιά τους στον νουνό και στους παππούδες τους και οι αρραβωνιασμένες κοπέλες στον πεθερό, στον μεγαλύτερο κουνιάδο τους και στη γυναίκα του. Η Πασχαλιά ήταν ψωμί που το έψηναν την Μ. Τετάρτη ή την Μ. Πέμπτη μέσα σε ταψιά. Τα παιδιά κρατώντας την στα χέρια επισκέπτονταν τα σπίτια του νουνού και των παππούδων τους και το πρωινό αυτό μπορούσε να δει κανείς τα μικρά παιδιά να έχουν γεμίσει τους δρόμους του χωριού τους με τις Πασχαλιές στα χέρια τους.
Ο νουνός ή οι παππούδες παρελάμβαναν την Πασχαλιά και τα φιλοδωρούσαν βάζοντας μέσα στο μεσάλι που την είχαν τυλιγμένη χρήματα. Στο μεσάλι επίσης έβαζαν ως δώρο και λίγα κόκκινα αυγά.
Το μεσημέρι άνοιγαν τον φούρνο και έβγαζαν τα ταψιά με τα αρνιά. Μετά από 40 και πλέον ημέρες αυστηρής νηστείας, έτρωγαν κρέας και το τραπέζι ήταν γιορτινό. Ο πιο ηλικιωμένος της οικογένειας, συνήθως ο παππούς έπαιρνε την πλάτη του αρνιού και μελετούσε το οστό, για να προβλέψει τα μελλούμενα της οικογένειας μέχρι το τέλος του έτους. Μετά το τραπέζι, όλοι οι συγχωριανοί συγκεντρώνονταν ντυμένοι με τις παραδοσιακές φορεσιές στο μεσοχώρι του χωριού, όπου διοργάνωναν μεγάλο χορό με τραγούδια που τραγουδούσαν οι ίδιοι ή με τη συνοδεία οργάνων.
Κατά τη περίοδο της Τουρκοκρατίας, την Τρίτη Ανάσταση παρακολουθούσαν διακριτικά και οι Τούρκοι μπέηδες των χωριών, οι οποίοι πρόσφεραν την ίδια μέρα στον ναό ως τάμα διάφορα ζώα και αρκετές φορές στάμνες με λάδι. Και αυτά η εκκλησιαστική επιτροπή τα έβγαζε σε δημοπρασία, όπως επίσης τα υφαντά που πρόσφεραν οι γυναίκες στον Εσταυρωμένο το βράδυ της Μ. Πέμπτης και τα ζώα που παράδιναν στην εκκλησία ως τάματα.
Τους Τούρκους μπέηδες τους προσκαλούσαν στα σπίτια τους ο μουχτάρης (πρόεδρος ) του χωριού, οι αζάδες ( κοινοτικοί σύμβουλοι ) και οι ηλικιωμένοι κάτοικοι, για να τους κεράσουν για το Πάσχα. Επισκέψεις ανταπέδιδαν και οι ίδιοι όταν οι μουσουλμάνοι γιόρταζαν το μπαϊράμι κατά τη τελευταία μέρα του Ραμαζανιού.