Παραγωγή Γραπτού Λόγου
Ασκήσεις
Άσκηση 2. σελ. 31
η τροχονόμος | « Μην ξεχνάτε να φοράτε ζώνη ασφαλείας». |
ο διαιτητής | « Αν ξαναπαίξεις σκληρά, θα σε αποβάλω ». |
ο δάσκαλος | « Αύριο θα επισκεφτούμε το Αρχαιολογικό Μουσείο ». |
ο σερβιτόρος | « Θα θέλατε να παραγγείλετε ; » |
η γιατρός | « Καλό θα ήταν να προσέξετε τη διατροφή σας ». |
Άσκηση 3 α. σελ. 32
Α, Ε, Ε, Α, Ε, Ε, Ε, Α, Ε.
Άσκηση 3 β. σελ. 32
( Α )
Η επιλογή του επαγγέλματος είναι δύσκολη, κυρίως η επιλογή πρώτου επαγγέλματος. Κάποιος που εργάζεται για πρώτη φορά, η δουλειά που θα επιλέξει θα πρέπει να είναι δύσκολη, ώστε να αποκτήσει πείρα. Αποκτώντας πείρα θα καταλάβει πως όταν είναι συνεπής στη δουλειά του, θα μπορέσει να αντιμετωπίσει όλες τις δυσκολίες που τυχόν συναντήσει. Όταν κάποιος πηγαίνει σε μία συγκεκριμένη δουλειά για πρώτη φορά, θα πρέπει να ακούει τι του λένε οι παλαιότεροι, ώστε να μάθει τα μυστικά της δουλειάς. Επίσης πρέπει να προσπαθεί ακόμα κι όταν δεν τα καταφέρνει σε κάτι, γιατί έτσι εκτός από λεφτά κερδίζει και ικανοποίηση. Όταν κάποιος αλλάζει επάγγελμα καλλιεργεί το ταλέντο του. Τέλος όποιος κάνει το επάγγελμα του χτίστη ή του ταξιτζή δεν διαφέρει από κάποιον άλλον που κάνει άλλη δουλειά. Θα πρέπει ο καθένας μας να ξέρει πως η δουλειά δεν είναι ντροπή.
( Β )
Κάθε άνθρωπος κάποια στιγμή πρέπει να αποφασίσει και να διαλέξει πιο επάγγελμα θέλει να κάνει. Μέσα από το επάγγελμα πρέπει εκτός από τα λεφτά να κερδίζει και ικανοποίηση. Επίσης διαλέγοντας το κατάλληλο επάγγελμα, μπορεί να καλλιεργήσει το ταλέντο του. Πολλές φορές πρέπει προτού κάνει τη δικιά του δουλειά να δουλέψει σε άλλους για να αποκτήσει πείρα και να μάθει τα μυστικά της δουλειάς. Επίσης πρέπει να ξέρουμε ότι , όποιος κάνει το επάγγελμά του και είναι συνεπής στη δουλειά του είναι επιτυχημένος επαγγελματίας.
( Γ )
Η αδερφή μου η Ρέα ζωγραφίζει πολύ ωραία και αποφάσισε να γίνει ζωγράφος, γιατί όποιος κάνει το επάγγελμα που αγαπά είναι ευτυχισμένος. Για να καλλιεργήσει το ταλέντο της, θα πρέπει να φοιτήσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Στη συνέχεια για να αποκτήσει πείρα σκέφτεται να πάει κοντά σ’ ένα γνωστό ζωγράφο, ώστε να μάθει τα μυστικά της δουλειάς. Αν είναι συνεπής στη δουλειά της θα είναι ευτυχισμένη, γιατί εκτός από τα λεφτά κερδίζει και ικανοποίηση, βλέποντας τον κόσμο να θαυμάζει και να προτιμά τα έργα της.
( Δ )
Κάθε μικρό παιδί ονειρεύεται το μέλλον του ιδιαίτερα στο τι θα γίνει όταν μεγαλώσει. Όταν τους ρωτήσεις θα σου απαντήσουν τα συνηθισμένα: αστροναύτης, πιλότος, μπασκετμπολίστας, ποδοσφαιριστής, επιστήμονας, κομμώτρια, τραγουδίστρια κτλ. Μετά από χρόνια όμως καταλήγουν σε άλλα. Σπάνια θα δεις κάποιον να πραγματοποιεί αυτό που ήθελε να γίνει όταν ήταν μικρός. Όποιος κάνει το επάγγελμα που του αρέσει, όπως οι νέοι στις μέρες μας, το δοκιμάζουν και καλλιεργούν το ταλέντο τους σ’ αυτό, παίρνουν πληροφορίες και άλλους τρόπους για να αποκτήσουν πείρα και να σιγουρευτούν ότι είναι η κατάλληλη δουλειά. Πρέπει πάντα να είναι συνεπείς σ’ αυτήν, ώστε να μάθουν τα μυστικά της, επειδή εκτός από τα λεφτά κερδίζουν και ικανοποίηση και η δουλειά τους αποκτά ενδιαφέρον. Έτσι δεν βασανίζονται αν είναι η κατάλληλη, γιατί όταν είσαι συνεπής και καλλιεργείς το ταλέντο σου πάνω σ’ αυτή σε κάνει όλο και πιο πολύ να την αγαπάς !
Άσκηση 6. σελ. 35
Ενικός αριθμός | Πληθυντικός αριθμός |
ο μέλλων γιατρός | οι μέλλοντες γιατροί |
του μέλλοντος γιατρού | των μελλόντων γιατρών |
το μέλλοντα γιατρό | τους μέλλοντες γιατρούς |
η ενδιαφέρουσα απασχόληση | οι ενδιαφέρουσες απασχολήσεις |
της ενδιαφέρουσας απασχόλησης | των ενδιαφερουσών απασχολήσεων |
την ενδιαφέρουσα απασχόληση | τις ενδιαφέρουσες απασχολήσεις |
το υπάρχον ποσοστό ανεργίας | τα υπάρχοντα ποσοστά ανεργίας |
του υπάρχοντος ποσοστού ανεργίας | των υπαρχόντων ποσοστών ανεργίας |
το υπάρχον ποσοστό ανεργίας | τα υπάρχοντα ποσοστά ανεργίας |
Άσκηση 7. σελ. 35
ταχείας, οξέος / οξύ, βαρέα, ευθειών.
Άσκηση 8. σελ. 36
( Α )
Ο Μήτσος και ο Αριστοτέλης
Ο Μήτσος και ο Αριστοτέλης είναι δύο δίδυμα αδέρφια, τα οποία μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό αλλά στο χαρακτήρα είναι εντελώς αντίθετα. Μία μέρα ήρθε στο σπίτι τους ένας μουστακαλής κύριος και τους πρότεινε να δουλέψουν στο κρεοπωλείο του. Και οι δύο κατευθείαν στρώθηκαν στη δουλειά και δε σήκωναν κεφάλι. Ο Μήτσος δούλευε σαν σκυλί και έκανε δουλειές με φούντες. Όμως ο Αριστοτέλης έκανε μισές δουλειές, δουλειές του ποδαριού και τους δούλευε όλους κανονικά.
Την επόμενη ημέρα μπουκάρει μέσα το αφεντικό και βλέπει τον καημένο το Μήτσο να δουλεύει σαν δούλος, ενώ ο Αριστοτέλης να κάθεται αραχτός σε μία καρέκλα κρατώντας στο ένα του χέρι το ποτήρι με το φραπέ και στο άλλο μία εφημερίδα και να διατάζει συνεχώς το Μήτσο σαν να είναι το αφεντικό και να λέει ότι η πολύ δουλειά τρώει τον αφέντη.
Σε κάποια στιγμή ο Μήτσος αναρωτήθηκε και του είπε: ” Γιατί δεν δουλεύεις αδερφέ ” και αυτός απάντησε: ” Άσε με εμένα, να κοιτάς τη δουλειά σου”.
Τότε το αφεντικό διέκοψε τη διαφωνία μεταξύ των δύο αδερφών και είπε στον Αριστοτέλη: ” Τι δουλειά έχεις εδώ, απορώ γιατί σε προσέλαβα, αφού ήξερα ότι είσαι ένας τεμπέλης και ότι θέλεις μόνο σε δουλειά να βρίσκεσαι “.
Και η ιστορία εδώ τελειώνει με το Μήτσο ως αφεντικό και τον Αριστοτέλη ως δούλο. Σίγουρα όμως θα αναρωτιέστε, πού πήγε το αφεντικό, μα φυσικά έπιασε δουλειά ως κρεοπώλης στην ανοικτή αγορά.
( Β )
Σε μία ήσυχη γειτονιά της Ζακύνθου, ζούσαν δύο πολύ αντίθετες οικογένειες. Οι δύο οικογένειες είχαν μίσος η μία για την άλλη και παρόλο που βρισκόταν στην Κρήτη είχε δημιουργηθεί μία βεντέτα μεταξύ τους.
Οι συχνοί καυγάδες τους, αναστάτωναν όλο το νησί. Τώρα θα σας διηγηθούμε το μεγαλύτερο καβγά τους. Ήταν ένα ζεστό μεσημέρι του Ιουλίου, όταν οι δύο γυναίκες ξεσήκωσαν ανθρώπους και ζώα με τις αγριογκαρήδες τους. Θέλετε να ακούσετε; Ορίστε!
– Εσύ τι κάνεις το πρωί μαρί; Εγώ δουλεύω σαν σκυλί, δε σηκώνω κεφάλι.
– Μωρέ θα σε στρώσω εγώ στη δουλειά. Θα σε βάλω να κάνεις δουλειές με φούντες, ακούς, ακούς όχι μισές μαρί κατσικοπόδαρη.
– Κι εσύ που κάνεις δουλειές του ποδαριού, μαρί γουρούνα;
– Με δουλεύεις; Κοίτα τη δουλειά σου.
– Εγώ σε δουλειά να βρίσκομαι και το δρόμο ακόμα καθαρίζω, δούλα σου είμαι.
Σε λίγο έρχεται το παιδί της μιας. Τότε η άλλη λέει:
– Τι δουλειά έχεις εδώ εσύ σπόρε;
– Άσε μας μωρέ μπαμπόγρια !
Τότε εκείνη με το τακούνι στο χέρι, θέλοντας να κυνηγήσει το παιδί, έπεσε στη σκάλα και έσπασε σαν καρπούζι.
Μετά από χρόνια και για πρώτη φορά στα χρονικά της Ελλάδας, έγινε να συμφιλιωθούν δύο οικογένειες, που μεταξύ τους υπήρχε βεντέτα.
( Γ )
Μεσημέρι του Σαββάτου και οι καθαρίστριες περίμεναν τον τελευταίο υπάλληλο της εταιρείας για να στρωθούν στη δουλειά.
– Τι δουλειά έχετε εσείς εδώ από τώρα; τις ρώτησε ο υπάλληλος.
– Μας δουλεύεις αγόρι μου; Έχουμε δουλειές με φούντες. Δεν έχεις καταλάβει ότι μόνο εσύ έμεινες; πετάγεται η μία.
– Εσείς δεν καταλαβαίνετε ότι με εσάς που έμπλεξα, συνεχώς κάνω μισές δουλειές και αναγκάζομαι να φεύγω τόσο αργά από την εταιρεία, είπε αγανακτισμένος ο υπάλληλος.
– Πρέπει να ξέρετε όμως ότι η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη και γι’ αυτό συντομεύετε, μπήκε στην συζήτηση και η άλλη.
– Κοίταξε εσύ μη μου αντιμιλάς. Δούλα μου έπρεπε να ήσουν, την απείλησε ο υπάλληλος.
– Δε με βλέπεις, σαν σκυλί δουλεύω ! είπε η καθαρίστρια κρατώντας τη σκούπα για να δείξει πως καθαρίζει.
– Μη νομίζεις πως θα με ξεγελάσεις καθαρίζοντας. Σ’ έχω προσέξει, όλο δουλειές του ποδαριού κάνεις, είπε ειρωνευτικά ο υπάλληλος.
– Εμένα μ’ έχετε αφήσει απ’ έξω, δε με βλέπετε, κεφάλι δε σηκώνω απ’ την δουλειά, είπε η άλλη χωρίς να μπορεί να συγκρατήσει τα γέλια της.
– Ναι, ναι συνέχεια σε δουλειά σε βρίσκω και όχι κάτω στην καφετέρια, ξαναειρωνεύτηκε ο υπάλληλος.
– Εσύ να κοιτάς τη δουλειά σου και μη με σχολιάζεις, του απάντησε εκνευρισμένη η καθαρίστρια.
Στη συνέχεια ο υπάλληλος αποχώρησε εκνευρισμένος και οι καθαρίστριες απορούσαν πότε τις είδε να κάθονται στην καφετέρια, αφού ποτέ δεν τον είχαν δει, αν και κοιτούσαν μην τυχόν τις έβλεπε κανείς να πηγαίνουν.
( Δ )
Η κυρία και ο βάτραχος
Μία φορά και έναν καιρό ήταν ένα ζευγάρι που δεν είχε παιδιά. Καθώς μια μέρα η γυναίκα περπατούσε στο δάσος είδε ένα πολύ όμορφο βατραχάκι και έτσι αποφάσισε να το πάρει στο σπίτι της.
Επειδή ο άντρας της δούλευε σαν σκυλί στο χωράφι, αποφάσισε να του φτιάξει την αγαπημένη του πίτα. Αφού πήγε την πίτα στον άντρα της γύρισε στο σπίτι και παρατήρησε ότι το βατραχάκι δεν ήταν εκεί. Άρχισε να ψάχνει το βατραχάκι για πολύ ώρα. Όταν ο άντρας της γύρισε σπίτι την ρώτησε τι ψάχνει. ” Να κοιτάς τη δουλειά σου “, του απάντησε. Ξαφνικά το βατραχάκι τινάχτηκε από την κρυψώνα του και άρχισε να τρέχει μέσα στο σπίτι. ” Τι δουλειά έχει αυτό το βατραχάκι μέσα στο σπίτι μας; ” ρώτησε ο άντρας. ” Να μη σε νοιάζει “. Το βατραχάκι ανέβηκε πάνω στη κουζίνα και έριξε το φαγητό πάνω στον άντρα. Η γυναίκα πήρε σβάρνα από τη βιασύνη της όλες τις καρέκλες και το βατραχάκι άρχισε να γελάει. Το βατραχάκι δεν είχε σκοπό να σταματήσει, αν δεν κατέστρεφε το σπίτι. ” Γυναίκα σε ρωτάω τελευταία φορά, τι κάνει αυτός ο βάτραχος μέσα στο σπίτι μας;” φώναξε ο άντρας. ” Σου είπα να μη σε νοιάζει “. Καλά εσύ με δουλεύεις. Εγώ είμαι όλη μέρα στο χωράφι και δεν σηκώνω κεφάλι, για να τα έχει εσύ όλα. Φεύγω, σας βαρέθηκα, πάω στη δουλειά μου, αφού έχω να κάνω κάποιες δουλειές του ποδαριού. Η γυναίκα του, του είπε ότι η πολύ δουλειά τρώει τον αφέντη. Εκείνος την αγνόησε και έφυγε. Φτάνοντας στο χωράφι είδε ένα μικροσκοπικό πραγματάκι να καταστρέφει τις καλλιέργειές του. Αυτός θυμωμένος τον κυνήγησε σ’ όλο το χωράφι και τελικά τον έπιασε. Για τιμωρία τον έδεσε πάνω στο άλογο και από το πρωί μέχρι το βράδυ δούλευε ως δούλος του.
Το βατραχάκι όμως δεν έκανε μισές δουλειές, κατάφερε να καταστρέψει το σπίτι, τις καλλιέργειες και όλα τα υπάρχοντά τους. Και έτσι έμειναν χωρίς σπίτι και δουλειά.
Άσκηση 10. σελ. 37
απεργία, απεργοί, εργοστάσια, εργάτης, εργαζόμενοι, εργασίας, ανεργίας.
Άσκηση 11. σελ. 38
Βρήκα τη μητέρα μου και της μίλησα. Ο πατέρας μου, της είπα, καλά θα κάνει να μου δώσει την άδεια και την ευχή του για να ακολουθήσω το επάγγελμα που προτιμώ. Είμαι τώρα δεκαοκτώ χρονών παλικάρι και λέει πως είναι καιρός να μάθω μια τέχνη, ας πούμε να γίνω μαθητευόμενος σε κάποιον τεχνίτη ή γραμματέας σε κάποιον δικηγόρο. Είμαι βέβαιος, μητέρα, πως αν γινόταν ένα τέτοιο πράγμα, ποτέ δε θα ήμουν ευχαριστημένος. Σίγουρα θα έφευγα από τον προϊστάμενο μου πριν λήξει ο χρόνος της εκπαίδευσης. Εγώ μητέρα θέλω να ταξιδέψω στη θάλασσα. Αν θέλεις μίλησε στον πατέρα, να τον πείσεις να κάνω ένα μόνο ταξίδι στο εξωτερικό. Αν δε μου αρέσει, θα γυρίσω πάλι στο σπίτι και δε θα ξαναφύγω πια.
Άσκηση 12. σελ. 38
Μετεωρολόγος / αγρότης
Ψαράς
Ράφτης / μοδίστρα
Αρτοποιός / φούρναρης
Ελαιοχρωματιστής / μπογιατζής
Ηλεκτρολόγος
Ξυλουργός / μαραγκός