ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ( ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΑ )
Το 1979 γίνεται η μεταφορά των Κοιμητηρίων από το χώρο του υδατόπυργου, στη σημερινή θέση. Το 2004 εγκαινιάζεται ο Ναός της Γενέσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου, προσφορά της οικογένειας του Ευάγγελου Κρουστάλη.
ΣΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ.
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ)
Κάθε καιρός είναι κατάλληλος για τη κατάθεση θεμελίων σωτηρίας διαγωγής, για αρχή. Και μάλιστα όλος ο χρόνος μετά την επιφάνεια του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Όπως υπάρχει καιρός για σπορά και καιρός για θερισμό, καιρός για φύτευμα και καιρός για συγκομιδή, έτσι υπάρχει και καιρός για αγαθοεργία.
Εάν χρειάζεται να χαρακτηρίσουμε κάποιο καιρό καταλληλότερο από τους άλλους, αυτός είναι το φθινόπωρο και περισσότερο αυτός ο μήνας, που είναι ο πρώτος μήνας και η αρχή του εκκλησιαστικού έτους, γιατί κατ’ αυτόν έγινε αρχή της σωτηρίας μας την οποία και εορτάζουμε σήμερα.
Σε αυτή τη γιορτή που τελούμε σήμερα είναι η πρώτη της αναπλάσεώς μας, αφού είναι η μέρα κατά την οποία άρχισαν τα πάντα να γίνονται νέα και να εισάγονται αντί των πρόσκαιρων θεσμών οι μόνιμοι, αντί του γράμματος το πνεύμα και αντί των σκιών η αλήθεια.
Σήμερα αναφάνηκε νέος κόσμος και παράξενος παράδεισος με νέο Αδάμ που αναπλάσει τον παλαιό Αδάμ και ανακαινίζει όλο το κόσμο, ο οποίος δεν απατάται από τον απατεώνα αλλά τον απατά και χαρίζει την ελευθερία σε αυτούς που με απάτη υποδουλώθηκαν στην αμαρτία.
Σήμερα ετοιμάσθηκε στη γη παράδοξος βίβλος που μπορεί να φέρει όχι γράμματα λόγων, αλλά τον ίδιο τον ζωντανό Λόγο.
Σήμερα η προφητευμένη ράβδος βλάστησε από τη ρίζα του Ιεσσαί, από την οποία “βγήκε άνθος” (Ησ.11,1) που δεν δέχεται μαρασμό, αλλά και ανακαλεί τη φύση μας που μαράθηκε. Είναι η ράβδος με τη οποία ο μέγας ποιμένας μετέφερε το λογικό ποίμνιο προς τις αιώνιες βοσκές. Η ράβδος στην οποία στηριγμένη η φύση μας απέθεσε τη παλαιότητα και την γεροντική αδράνεια και βαδίζει εύκολα προς τον ουρανό, αφήνοντας τη γη κάτω σε αυτούς που φέρονται προς τα κάτω, γιατί δεν έχουν στήριγμα.
Η ράβδος αυτή είναι η πριν από τον τοκετό και μετά τον τοκετό αειπάρθενη κόρη, της οποίας τη γέννηση από στείρα γυναίκα εορτάζουμε σήμερα. Διότι ο Ιωακείμ και η Άννα, συζώντας ο ένας με τον άλλο και παραμένοντας άμεμπτοι ενώπιον του Θεού, φαίνονταν στους Ισραηλίτες αξιόμεμπτοι κατά το νόμο, αφού έμεναν άτεκνοι και τότε ήταν μεγάλο κακό η ατεκνία. Αυτό τους έκανε περίλυπους και απεφάσισαν να καταφύγουν στις παρακλήσεις προς το Θεό.
Και ο μεν σώφρων Ιωακείμ αναχωρεί στη έρημο και με νηστεία προσευχόταν να γίνει πατέρας, αποφασισμένος να μη γυρίσει ποτέ αν δεν λάμβανε βεβαίωση για την αποδοχή του αιτήματός του. Η δε ομόφρων με αυτόν Άννα κλείσθηκε σε γειτονικό κήπο και με πονεμένη καρδιά βοούσε στο Κύριο: ” εισάκουσέ με Θεέ των πατέρων μας, και ευλόγησέ με, όπως ευλόγησες τη μήτρα της Σάρρας “.
Ο Κύριος τους άκουσε και τους ευλόγησε και τους έδωσε κόρη, την θαυμασιωτάτη από όλες που φάνηκαν ανέκαθεν, αυτή τη γεννήτρια του κτίστη των όλων, που θέωσε το ανθρώπινο γένος και ουράνωσε τη γη, που έκανε τον μεν Θεό υιό ανθρώπου τους δε ανθρώπους υιούς του Θεού.
Αλλά για ποιό λόγο προήλθε αυτή από στείρες λαγόνες; Για να διαλύσει τη λύπη και αφαιρέσει τη ντροπή των γονιών της και για να προεικονίσει τη διάλυση της λύπης και της κατάρας των προπατόρων του γένους που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί δι’ αυτής. Για ποιό δε λόγο προτιμήθηκαν οι άτεκνοι από τους πολύτεκνους; Γιατί δεν βρέθηκαν τότε ανάμεσα στους απογόνους του Δαβίδ ανώτεροι από εκείνους στην αρετή και στην ευγένεια του ήθους και της γενεάς. Και έτσι να κυοφορηθεί από πολυαρέτους η πανάρετη κόρη και η πάναγνη από εξαιρετικά σώφρονες γονείς, συνελθούσα με τη προσευχή και την άσκηση.
Τι πτερά ήσαν αυτά εκείνης της αρετής; Τι παρρησία που βρήκε στο Κύριο! Πόσο άσπιλες ήσαν εκείνες οι καρδιές, ώστε να αναπέμψουν τέτοια προσευχή που τόσο πολύ προχώρησε και τόσα κατόρθωσε! Έπρεπε δε και να προετοιμασθεί το μέγα θαύμα και η φύση βαθμιαίως να υποταχθεί στη χάρη.
Η σωφροσύνη και η νηστεία και η προσευχή, αφού συναντήθηκαν με τη κατάνυξη, ανέδειξαν τον Ιωακείμ και την Άννα γεννήτορες θείου σκεύους, μάλιστα τόσο εκλεκτού σκεύους, ώστε όχι μόνο να βαστάσουν το θείο όνομα, αλλά και αυτό τον ίδιο, του οποίου ” το όνομα είναι θαυμαστό “.
Πηγή :