Το χωριό Λουτρός δημιουργήθηκε από την ένωση τριών οικισμών – χωριών, του Χολυβά, του Ρετζέπου και του Παρεκκλησίου. Τα χωριά αυτά ήταν κοντά στον Αλιάκμονα και με τις συχνές πλημμύρες του, γι’ αυτό αναγκάστηκαν και μετακινήθηκαν Βορειοδυτικότερα σε τοποθεσία που ήταν ασφαλής.
Μεταξύ των κατοίκων του νέου οικισμού υπήρξε όμως η φιλονικία σε ποιον Άγιο να αφιερώσουν την εκκλησία του νέου χωριού. Η κάθε μία μερίδα ήθελε και τον Άγιο του ιδιαίτερου χωριού της και έτσι άλλοι επέμεναν για την Παναγία, άλλοι για τον Αη Γιώργη και άλλοι για τους Κωνσταντίνο και Ελένη. Τελικά έριξαν κλήρο και αφιέρωσαν τον Ναό στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη.
Κατά την παράδοση το χωριό πήρε το όνομά του από το γεγονός, ότι εδώ υπήρχε μία μικρή λίμνη – λουτρώνας όπου ερχόταν ο Μέγας Αλέξανδρος και έκανε μπάνιο. Υπάρχει όμως και μία άλλη παράδοση η οποία συνδέεται με τον όσιο Αντώνιο το Νέο της Βεροίας. Σύμφωνα μ’ αυτήν οι κάτοικοι του κάμπου της Βέροιας και της Θεσσαλονίκης, φιλονικούσαν για το ποιος θα πάρει το λείψανο του νεκρού Οσίου. Έβαλαν τον Όσιο πάνω σ’ ένα αμάξι που θα το έσερναν δύο δαμάλια άμαθα στο ζυγό και εκεί που θα σταματούσαν τα ζώα θα έμενε και ο Άγιος. Τα βόδια κατέβηκαν από τη σκήτη της Μονής του Προδρόμου, στον κάμπο και αφού πέρασαν τον Αλιάκμονα σταμάτησαν στο Λουτρό. Οι κάτοικοι του χωριού ένιψαν το λείψανο του Αγίου και γι’ αυτό ονόμασαν το χωριό Λουτρός. Με αυτήν την παράδοση σχετίζεται ακόμα και η ονομασία των χωριών Ραψομανίκη, Ξεχασμένη, Κουλούρα, Διαβατός και Σταυρός. Αν δεχθούμε ως αληθινή αυτή την παράδοση, τότε το χωριό χρονολογείται από τον 14ο με 15ο αιώνα που έζησε ο Όσιος Αντώνιος της Βέροιας, δηλαδή στα τελευταία χρόνια πριν την υποταγή της περιοχής στους Τούρκους.
Το χωριό ήταν τσιφλίκι του Ιμπραήμ Μπέη, ο οποίος κατείχε και πολλά άλλα κτήματα στο χώρο του Ρουμλουκιού. Το κονάκι μαζί με κτήματα του τσιφλικιού το αγόρασε ο Βασίλης Βαρσαμόπουλος και ήταν εκεί όπου τώρα βρίσκεται η πλατεία και έχει οικόπεδο απόγονος του Βασίλη Βαρσαμόπουλου. Ο μπέης έφυγε από την Μακεδονία το 1912 με την Απελευθέρωση.
Οι κάτοικοι του χωριού ήταν κολίγοι στον Μπέη. Σ’ ένα μεγάλο αλώνι μοίραζαν τα γεννήματα και έδιναν μία κούτλα στον Μπέη και μία κρατούσαν αυτοί κ.ο.κ. Αν ο κολίγος δεν είχε ζευγάρι για να καλλιεργήσει κτήματα του τσιφλικιού, του έδινε ο Μπέης.
Γεωργικές περιοχές του Λουτρού :

  • Γιούφτσα ( γιατί εκεί σκοτώθηκε μία γύφτισα )
  • Λάκκα
  • Καβάκια ( ήταν ένα μεγάλο καβάκι )
  • Παλιούρια ( γιατί υπήρχαν παλιούρια )
  • Χολυβάς ( από το ομώνυμο χωριό όπου υπήρχε παλιά εκεί )
  • Αλή ( γιατί εκεί σκοτώθηκε ένα τουρκάκι, ο Αλής )
  • Ουρμάνι ( γιατί υπήρχε παλιότερα δάσος εκεί )
  • Μονοπάτια ( γιατί υπήρχαν εκεί πολλά μονοπάτια )
  • Μπουζντουκάνος.

Από το αρχείο του Δημήτρη Πανταζόπουλου

 

ΛΟΥΤΡΟΣ  Ημαθίας : Ιστορικό περίγραμμα.

Χωριό στο μέσον της πεδιάδας του Αλιάκμονα, βορείως της κοίτης του. Αρχαιότητες  δεν έχουν εντοπισθεί, αλλά θεωρείται βέβαιη η ύπαρξή του κατά τους βυζαντινούς χρόνους.
Προς αυτήν την κατεύθυνση  ενδιαφέρον παρουσιάζει ο συσχετισμός της ονομασίας του χωριού με την παράδοση για την περιφορά («τριούρισμα») του σκηνώματος του Οσίου Αντωνίου (10ος 11ος αι.) επάνω σε αμάξι, που το έσερναν δύο άγρια, άμαθα από ζυγό, βόδια, τα οποία άφησαν να πάρουν όποιο δρόμο ήθελαν, τα οποία αφού περιπλανήθηκαν σε διάφορα χωριά του κάμπου, όταν πέρασαν από ένα σημείο με βαθειά νερά και βράχηκε ολόκληρο το σκήνωμα του αγίου, η τοποθεσία εκείνη ονομάσθηκε «λουτρό». Βέβαια άλλη εκδοχή αποδίδει τα ονόματα πολλών χωριών του Ρουμλουκιού στη χρόνια συμπεριφορά του ποταμού Αλιάκμονα και  τις πλημμύρες του, σύμφωνα με την οποία το χωριό ονομάσθηκε Λουτρός, επειδή μετά από μεγάλη πλημμύρα είχε πολλά βαθειά νερά εκεί κι έκαναν μπάνιο στα νερά του. Παράλληλα  έχω υποστηρίξει, ότι πολλά χωριά της Καμπανίας έλαβαν το όνομά τους κατά τη βυζαντινή εποχή από τα ονόματα των γαιοκτημόνων ιδιοκτητών τους, π.χ. ο Ραψομανίκης, ο Καβάσιλας, ο Μελίκης, ο Λουτρός, ο Ιωάννης Πλυτός, ο Μέτσης, ο Γιδάς, κλπ].
Σε βυζαντινά έγγραφα του 14ου αι., που αναφέρουν σημαντικά κτηματολογικά  στοιχεία της περιοχής αυτής, συναντάμε τα «Δίκαια

[δικαιώματα ιδιοκτησίας] του Αριανίτου». Δεν γνωρίζουμε την ακριβή θέση τους, αλλά  γνωρίζουμε ότι το επίθετο «Αριαντόπουλος», που δηλώνει το γιο ή τον απόγονο του Αριανίτη (Αριανίτης – Αριανιτόπουλος – Αριαντόπουλος – Αργιαντόπουλος), συναντάται σε πολλές σημερινές οικογένειες  στο χωριό Λουτρός μόνο. Ως μέλη της οικογένειας Αριανίτη από τη Θεσσαλονίκη συναντάμε ήδη από τον 11ο αιώνα τον στρατηγό Δαβίδ Αριανίτη, τον  στρατηγό και άρχοντα της Δύσης Κωνσταντίνο Αριανίτη, ενώ στα έγγραφα αναφέρονται η επάρχισσα Αριανίτισσα, ο Μιχαήλ Δούκας Αριανίτης, ο έπαρχος Αριανίτης.
Η Ελ. Γκαρά θεωρεί τεκμηριωμένη την ύπαρξή του χωριού Λουτρός (Lutroz) τo 1519, περί το 1550 ως βακουφοχώρι.
Στο Tapu Tahrir του 1530 καταγράφηκε ως Lutros,  χωριό του καζά Βεροίας.
Το χωριό συνδέθηκε ήδη από τις αρχές 16ου αι. με τον βίο της Αγίας Κυριακής. Ήταν η μικρότερη αδελφή του Οσίου Διονύσιου του Ολύμπου. Όταν έφθασε στο χωρίο της (Σλάτενα Καρδίτσας) η φήμη της δράσης του Διονύσιου, αυτή αναχώρησε για να τον συναντήσει στη Βέροια στο μοναστήρι (Σκήτη) που εγκαταβιούσε. Στη συνέχεια η Κυριακή όταν βρέθηκε κοντά στον αδελφό της, ασπάσθηκε  το μοναχικό σχήμα, αλλά δεν μπορούσε να ζει κοντά του, λόγω του άβατου, οπότε κατέφυγε   σε απομονωμένο ησυχαστήριο στην πεδιάδα του Αλιάκμονα. Όταν ο αδελφός της αναχώρησε για τον Όλυμπο αυτή και πάλι το ακολούθησε, αλλά κι εκεί δεν μπορούσαν να ζήσουν στην ίδια μονή, οπότε η Κυριακή αναχώρησε οριστικά από τον Όλυμπο, έφθασε στους Αγίους Πάντες πάνω από τα Παλατίτσια, πέρασε τον Αλιάκμονα και ξαναβρέθηκε στο παλιό της ησυχαστήριο, όπου έκτισε το κελί της στην βόρεια κοίτη του ποταμού, κι έζησε εκεί μέχρι τον θάνατό της. Όταν αργότερα βρέθηκε  η εικόνα της σε κουφάλα ενός δένδρου, αποκαλύφθηκε η θαυματουργή δράση της, οπότε τα τρία γειτονικά χωριά Λουτρός, Ποζαρίτες (Κεφαλοχώρι) και Πρόδρομος έριζαν και διεκδικούσαν την εικόνα. Τελικά την πήραν οι Ποζαρίτες, αλλά η εικόνα ξαναγύριζε μόνη της στην παλιά της θέση. Γι’ αυτό κτίσθηκε ένα εκκλησάκι στη δασώδη περιοχή μεταξύ του χωριού Ποζαρίτες (Κεφαλοχώρι) και του χωριού Λουτρός. Κατά την παράδοση η φήμη των θαυμάτων  της εικόνας της ενόχλησε τον Οθωμανό αγά της περιοχής, ο οποίος ανέθεσε σ’ έναν υπηρέτη του να την «κλέψει», για να την εξαφανίσει. Όταν όμως εκείνος την πήρε στα χέρια του, δεν μπορούσε να απομακρυνθεί, γιατί η κλεμμένη εικόνα τον έκανε να χάνει το δρόμο του μέσα στο δάσος κι έτσι αναγκάσθηκε να την αφήσει στο παρεκκλήσι.
Στο χωριό επιχωριάζει το οικογενειακό επίθετο «Τσαπανίτης», που συνδέεται με τους Ρουμλουκιώτες, οι οποίοι μετά την κατάκτηση από τους Οθωμανούς εγκατέλειψαν τον κάμπο, κι ανέβηκαν στα γειτονικά βουνά, για να βρουν ασφαλή καταφύγια. Μετά το πρώτο κύμα τέτοιων των αναχωρήσεων, οι εναπομείναντες στην πεδιάδα προσδιόριζαν όσους είχαν φύγει στα Πιέρια κυρίως, μιλώντας για «αυτούς που πήγαν επάνω στα βουνά», «στους επάνω», «στ’ς απάν’» κατά το χαρακτηριστική εκφορά της φράσης σύμφωνα με το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα. Οι επόμενοι που αναχωρούσαν για τα βουνά, έλεγαν ότι θα πήγαιναν «σ’ τ’ς απάν’» (στους επάνω), ενώ όταν κατέβαινε κάποιος από τα βουνά (απ’ τ’ς απάν’) του προσκολλούσαν το προσωνύμιο «τσαπανίτης». Ήταν οι λεγόμενοι «τσαπανίτες» του Ρουμλουκιού, επίθετο που επιχωριάζει στον κάμπο και ειδικά στο Λουτρό Ημαθίας. Το κύμα φυγής στα ορεινά της περιόδου από τα μέσα έως το τέλος του 17ου αιώνα προκάλεσε νέους «τσαπανίτες», τους οποίους οι Οθωμανοί προσπαθούσαν με διοικητικά μέσα ακόμη και με τη βία να τους επαναφέρουν στον κάμπο του Ρουμλουκιού.
Μέσα στον καζά της Καρά Φεριέ (Βεροίας) υπήρχαν και κάποια βακουφικά χωριά, δηλαδή χωριά που το εισόδημά τους προοριζόταν για την συντήρηση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Μερικά παλιά βακούφικα χωριά με την πάροδο των χρόνων (17ο αι.) ήταν σαν τα συνηθισμένα χωριά ως προς την φορολογία και οι κάτοικοί τους έπρεπε να πληρώνουν τους συνήθεις αλλά και τους έκτακτους φόρους. Το ίδιο συνέβαινε και για τα χωριά Λουτρός, Σταυρός, που το δεύτερο μισό του 16ου αι. μετατράπηκαν σε βακούφι από τον σουλτάνο Σουλεϊμάν Α΄ (ίσως διότι μετά από κάποια πλημμύρα βρέθηκε νότια της κοίτης του Αλιάκμονα, δηλαδή στα Μελικοχώρια). Στη συνέχεια όμως το χωριό Λουτρός συναντιέται σαν  απλό χωριό, δηλαδή δεν είχε βακουφικό καθεστώς, αλλά ανήκε σε τιμάριο.
Αναφέρεται σε έγγραφο του 1613 σύμφωνα με το οποίο οι κάτοικοι του χωριού Προβατάρι καλλιέργησαν κοντά στο χωριό Λουτρός, επειδή οι περιοχές αυτές ανήκαν στον Νταβούτ πασά (ίσως επειδή υπήρχε μεταξύ τους ακαλλιέργητη γη, που δημιουργούσε έριδες μεταξύ των δύο χωριών και των τιμαριούχων τους). Επιχείρησε τότε ο βοεβόδας Γιουσούφ Τσαούς να εισπράξει από τους χωρικούς (του Προβατάρι) τη δεκάτη.
Το 1619, οι χωρικοί του χωριού Λουτρός επιχείρησαν να καλλιεργήσουν εκτάσεις καταπατώντας γειτονικά εδάφη, αν και δεν είχαν έλλειψη γης.
Αναφέρεται σε έγγραφο της περιόδου 1639-1642 «Ζιλκαδέ 1049. Απόφαση Ιεροδικαστική με την οποία υποχρεώθηκε ο Ομέρ Αγάς, τιμαριούχος του χωριού Λουτρός, να επιστρέψει στον ενάγοντα Μέμο αγά, τιμαριούχο του χωριού Προβατάρι, τα 1.500 άσπρα, τα οποία εισέπραξε από τους κατοίκους του χωριού Προβατάρι, επειδή (δήθεν) καλλιέργησαν αγρούς του χωριού Λουτρός, αφού δεν μπόρεσε να το αποδείξει εντός της ταχθείσας τετράμηνης προθεσμίας επί αγωγής του Μέμο μπέη, τιμαριούχου του χωριού Προβατάρι της περιφέρειας Βεροίας κατά του Ομέρ αγά, ότι αυτός κατά την απουσία του ενάγοντα Μέμο μπέη στην εκστρατεία της Υεμένης εισέπραξε παράνομα από τους ραγιάδες του στο χωριό Προβατάρι ως δεκάτη 1.500 άσπρα, χωρίς να δικαιούται και πρέπει να τα επιστρέψει.».
Μεταξύ των χωριών που αναφέρονται στις εγκυκλίους του επισκόπου Καμπανίας Θεόφιλου (1749-1795) καταγράφεται στη δικαιοδοσία του και το χωριό  «Λουτρόν».
Σε μαρμάρινη ανάγλυφη πλάκα διαστάσεων 0,25 Χ 0,75, που σε τυχαία ανακάλυψε ο ιερέας Παπαγιάννης στο προαύλιο του σημερινού κοιμητηριακού ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και την στερέωσε στη νότια πλευρά του ναού, μπορούμε να διαβάσουμε τα εξής:
+ ANHΓΕΡΘΗ ΕΚ ΘΕΜΕΛΙΩΝ ΟΥΤΟΣ Ο ΘΕΙΟΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ / ΤΩΝ ΑΓΗΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ / ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΟΤΑΤΟΥ ΑΓΙΟΥ  ΚΑΜΠΑΝΙΑΣ / ΚΥΡΙΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΛΕΣΒΙΟΥ ΣΥΜΔΡΟΜΗ ΜΕΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΑΣΙΑ / ΤΟΥ ΤΙΜΗΩΤΑΤΟΥ ΚΥΡ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΠΕΤΙΚΟΠΟΥΛΟΥ ΔΑΠΑΝΗ ΔΕ ΤΩΝ ΕΛΕΟΥΝ / ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΛΟΥΤΡΟΥ ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΑΥΤΩΝ / 1852 ΚΑΤΑ ΜΑΡΤΙΟΝ
Σημειώνεται ότι ο επίσκοπος Καμπανίας Γρηγόριος Α΄ Κατρής, ο Λέσβιος εθήτευσε κατά την περίοδο από τον Οκτώβριο  1828 έως τον Μάρτιο 1853.

Σύμφωνα με καταλόγους που δημοσιεύθηκαν τη δεκαετία του 1870, το χωριό «Λουτρόν» ανήκε στην επισκοπή Καμπανίας και αριθμούσε περί τους 276 κατοίκους.
Στη δεκαετία του 1880 αναφέρεται ότι «… είναι εις τού Κυρίου ρογκοτη τό τζηφλίκιον, εις τό Καψοχώρι, Λουτρόν καί Κουλούρα …». Μία άλλη έκθεση μιλάει για την απογοητευτική κατάσταση του σχολείου του χωριού  τον Ιούλιο του 1881. «… Καιπρώτον περί των εξετάσεων του σχολείου Λουτρου. Αί εξετάσεις του σχολείου τούτου υπήρξαν καθ’ όλα άτυχείς, η δέ εκ τούτου απογοήτευσις πλήρης. Εις μάτην παρήλθε διά τους μαθητάς όλόκληρον έτος. Εις μάτην ό διδά­σκαλος επληρώθη. Ο διδάσκαλος αυτός ουχί μόνον όπως διδάσκη είναι ανίκανος, αλλ’ ούτε όσον ηδύνατο νά διδάξει εδίδαξε. Τά τοιαύτα είναι πάντοτε επόμενον νά γίγνωνται εκεί όπου οί έφοροι είναι απαίδευτοι καί κατά συνέπειαν ανίκανοι όπως εποπτεύωσι τήν εργασίαν των ασυνειδήτων διδασκάλων…».
Τα επόμενα έτη αναφέρεται ότι ο Λουτρός είχε 65 σπίτια, δάσκαλοι ήταν ο   Β. Παπανάνου και ο  Ι. Θεοχάρους με 35 μαθητές.
Το χωριό αναφέρεται σε αρκετές διαταγές των επιχειρήσεων του ελληνικού στρατού τον Οκτώβριο του 1912. Απελευθερώθηκε την 17η Οκτωβρίου, από το απόσπασμα Κωνσταντινόπουλου (2ο  και  6ο  τάγματα  ευζώνων) που έφθασε νύχτα στο Λουτρό, στρατοπέδευσε εκεί ολόκληρη  την 18-10-1912 και στις 9  το πρωϊ της 19  Οκτωβρίου πορεύθηκε από  το Λουτρό προς  Παλιοχώρι.
Σε άρθρο εφημερίδας  της Θεσσαλονίκης της 29.7.1925 αναφέρονται  τα εξής: «Μέσα εις τόν απέραντον αυτόν κάμπον του Ρουμλουκίου εκτεινομένων από Θεσσαλονίκης μέχρι Βερροίας μέσα εις τόν τόπον αυτόν της επαγγελίας που μοιάζει σήμερα σάν μιά χρυσή θάλασσα μέ τά  σπαρτά του, καί εις απόστασιν μιας περίπου ώρας έκ του σιδηροδρομικού σταθμού Γιδά Β.Δ.. κείται τό κομψόν χωρίον Λουτρός μέ τά 120-150 κομψά σπιτάκια του κτισμένα μέσα εις συστάδας πανυψήλων δένδρων οπωροφόρων  καί μή.
Αν κανείς διαβάτης περάση καμιά φορά θά μείνη έκπληκτος από που νά εισέλθη καί να δη πως εργάζονται οι κάτοικοί του. Όπως αι μέλισσες εργάζονται χωρίς νά χάνουν στιγμήν γιά τήν  πρόοδό τους.
Τάς μέν καθημερινάς ημέρας εργάζονται εις τάς γεωργικάς των εργασίας τάς δέ Κυριακάς και εορτασίμους ημέρας εργάζονται  όλοι για το γενικόν καλόν διά  την πρόοδό τους και εν γένει διά  την πρόοδον του χωριού των, αμυλλόμενοι άν όχι νά φθάσουν τουλάχιστον να πλησιάσουν την πρόοδο των πόλεων.
Αν και όλοι σχεδόν είναι γεωργοί δεν υστερουν όμως ούτε εις το εμπόριον ούτε εις τά γράμματα.
Εις τα Γράμματα κυρίως έχει νά  επιδείξη παιδιά του ανωτέρας μορφώσεως τον κ. Θεοχαρίδην Διευθυντήν  Παρθεναγωγείου Θεσσαλονίκης τόν άλκιμον νέον αριστούχον Διευθυντήν Διταξίου Σχολείου Γιδά τόν κ. Μ. Σταμπουλήν τον κ. Θ. Χατζόπουλον κ.λ.π.
Επίσης εκ των προκρίτων του χωριού έχουν εργασθη ακούραστα υπέρ του Σχολείου και της εκκλησίας οι αδελφοί Κ. Στεργιοπούλου οι αδελφοί Κ. Συροπούλου ο κ. Β. Βαρσαμόπουλος ο κ. Ι. Παπαδόπουλος καί άλλοι. Αξία όμως πάσης άλλης εργασίας υπέρ του Σχολείου και της Κοινότητος ε΄νε η του κ. Μερ. Θ. Παπαδοπούλου πρώην Προέδρου της Κοινότητος και νυν Προέδρου Σχολικης επιτροπης, ο οποιος εφρόντισεν και έφερεν ιδίαις δαπάναις διδασκάλισσαν προς καλυτέραν μόρφωσιν και ανάπτυξιν των Μαθητριών του χωρίου μη επαρκούντος τότε του ενός διδασκάλου φροντίσας συνάμα και την αναγνώρισιν του Σχολείου εις Διτάξιον.
Επίσης  δέν υστερουν εις τήν Συνεργασίαν εις την Γεωργικήν Πρόοδον εγκολπωθέντες καλως την Συνεταιρικήν ιδέαν. Συστήσαντες Γεωργικόν Πιστωτικόν Συνεταιρισμόν του οποίου αι αρχιαρεσίαι έγειναν την παρελθουσαν Κυριακήν πρωτοστατούντων εις την όλην κίνησιν του προσωρινού Προέδρου της κοινότητος Άθ. Στεργιοπούλου του Γραμματέως της κοινότητος Αντωνίου Διβανοπούλου και πολλων άλλων.
Πρωτίστως δε έδωσαν την ώθησιν ταύτην ο άρτι εξελθών της Συνεταιρικης Σχολης Θεσαλονίκης Ι. Παπαδόπουλος δώσας καί μερικά σχετικά μαθήματα περί Συνεταιρισμων.
Ελπίζομεν και είμεθα βέβαιοι ότοι θα επιτελεσθωσιν πολλά καλά έργα. Άλλά δεν είναι ανάγκη να επαφίενται οι χωρικοί μόνον εις τάς ιδίας των δυνάμεις πρέπει καί το κράτος νά φροντίση κάτι τι πρό παντός την επιδιόρθωσιν της κοίτης του Αλιάκμονος όστις επιφέρει μεγάλας καταστροφάς εις την Γεωργίαν, την ταχίστην διανομήν του αγροκτήματος την επισκευήν των Γεφυρων και άλλων συναφων έργων εμποδιζόντων την πρόοδόν των.»
Η τελευταία επισήμανση του δημοσιογράφου ήταν προφητική, αφού σε ανταπόκριση της ίδιας εφημερίδας της 10.12.1925 αναφέρεται ότι: «[…] Από χθές ο ουρανός ήρχισεν νά ρίπτη άσπρας λύπας χιόνος μέχρι δ΄της στιγμής ταύτης ανηλθεν τα 50 εκατοστά.
Αι τελευταίως πεσουσαι βροχαί επέφερον μεγάλας καταστροφάς εις την γεωργίαν.
Πλημμυρίσας δέ ο Αλιάκμων εκ των πολλων  βροχων επέφερε ζημίας εις τά χωρία Ποζιαρίτες και Λουτρόν».

Αλεξάνδρεια, 24-12-2013
ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΣ
mosioa@otenet.gr